Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου 2014

Για τον Ντοστογιέφσκι, Εσωθέατρο!

Ο Φιοντόρ Μιχαήλοβιτς Ντοστογιέφσκι, μία από τις σπουδαιότερες μορφές της παγκόσμιας λογοτεχνίας γεννήθηκε στις 11 Νοεμβρίου 1821 στη Μόσχα. Ήταν το δεύτερο από τα επτά παιδιά μιας μεσοαστικής οικογένειας. Αμέσως μετά από τον θάνατο της μητέρας του το 1937, ξεκινά μαζί με τον αδερφό του, σπουδές στη Στρατιωτική Ακαδημία Μηχανικών στην αγία Πετρούπολη, σύμφωνα με τις επιταγές του πατέρα του, συνταξιούχου στρατιωτικού χειρουργού. Παρότι σπουδάζει μηχανικός δεν επιδεικνύει κανένα ενδιαφέρον για τα μαθηματικά αλλά αντίθετα, μεγάλο ζήλο για τη λογοτεχνία. Μετά το θάνατο του πατέρα του, εγκαταλείπει τη στρατιωτική ακαδημία και ξεκινά το συγγραφικό του έργο, αρχικά μεταφράζοντας. Το λογοτεχνικό του είδωλο ήταν ο Honore de Balzac, τον οποίο μεταφράζει στη ρωσική. Το 1846, εκδίδεται το πρώτο του λογοτέχνημα «Ο φτωχόκοσμος» αποσπώντας θετικές κριτικές, ιδιαίτερα από τον φιλελεύθερο κριτικό Βησσαρίωνα Μπελίνσκι που δηλώνει πως «ένας νέος Γκόγκολ εφανερώθη!»
Το 1847 εμπλέκεται στον επαναστατικό σοσιαλιστικό-ουτοπικό  κύκλο Πετρασέφσκι ενώ στις 23 Απριλίου του 1849, συλλαμβάνεται για δράση κατά της πολιτικής του Τσάρου Νικολάου Α, με την κατηγορία της συνωμοσίας. Η ποινή του θανάτου μετατρέπεται σε 4ετή εγκλεισμό, στα κάτεργα του Όμσκ στη Σιβηρία. Οι συνθήκες είναι άθλιες και το 1850 συμβαίνει εκεί η πρώτη καταγεγραμμένη επιληπτική του κρίση. Μετά την αποφυλάκισή του παραμένει για πέντε χρόνια ως στρατιώτης στο 7ο τάγμα στο Σεμιπαλατίνσκ όπου και παντρεύεται το 1857 την Μαρία Ντιμιτρίεβα Ισάεβα.
Η περίοδος που διανύει στη φυλακή είναι καταλυτική για την μεταστροφή των πολιτικών και θρησκευτικών του πεποιθήσεων. Στρέφεται προς την χριστιανική, ορθόδοξη παράδοση και αρχίζει να ασκεί κριτική στους μηδενιστές και στους σοσιαλιστές. Το 1859 επιστρέφει στην αγία Πετρούπολη όπου αρχίζει να εκδίδει μια σειρά εφημερίδων μαζί με τον αδερφό του Μιχαήλ, χωρίς επιτυχία. Ο θάνατος του αδερφού του πρώτα, και της γυναίκας του το 1864, τον συντρίβουν.  Καταστρέφεται και οικονομικά, παίζοντας  τζόγο και πέφτει σε βαθιά κατάθλιψη. Για να ξεφύγει από τους πιστωτές, ο Ντοστογιέφσκι αρχίζει να ταξιδεύει στη Δυτική Ευρώπη και να επισκέπτεται τα διάφορα καζίνο.  Εκεί συνάπτει ερωτικό δεσμό με την Πωλίνα Σούσλοβα, αλλά τελικά παντρεύεται τη νεαρή στενογράφο Άννα Γκριγκόρεβνα το 1867, με την οποία αποκτά δύο κόρες και ένα γιο που πεθαίνει σε παιδική ηλικία.
Στην  περίοδο που ακολουθεί γράφει τα σημαντικότερα έργα του. Επιπλέον μια νέα εκδοτική προσπάθεια της μηνιαίας εφημερίδας «Το ημερολόγιο ενός συγγραφέα» στέφεται αυτή τη φορά με μεγάλη επιτυχία. Διατηρεί φιλικούς δεσμούς με το γνωστό φιλόσοφο Σολόγιοφ. Το 1880 εκφωνεί τον επικήδειο του Πούσκιν. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του αποσύρεται  σε ένα θέρετρο λίγο  έξω από την Αγ. Πετρούπολη. Πεθαίνει από αιμορραγία στον πνεύμονα εξαιτίας εμφυσήματος στις 28 Ιανουαρίου 1881, σε ηλικία 60 ετών.

Η ζωή του Ντοστογιέφσκι αποτυπωμένη στο «Έγκλημα και Τιμωρία»
«Σπάνια μπορεί κανείς να βρει άλλη περίπτωση συγγραφέα που τα γεγονότα και οι περιπέτειες της ζωής του, να είχαν τόσο άμεση επίδραση στη δημιουργία του, όπως συμβαίνει με τη ζωή και το έργο του Ντοστογιέφσκι» έγραφε ο Δ. Σπάθης στο «Θέατρο» το 1966.
Η σύλληψη της ιδέας για το «Έγκλημα και Τιμωρία» είχε γίνει ήδη από το 1864, όταν ο Ντοστογιέφσκι ήθελε να γράψει ένα μυθιστόρημα με τίτλο «Οι μεθυσμένοι» αλλά δεν βρήκε ανταπόκριση από τους εκδότες, στους οποίους το πρότεινε. Αργότερα, σε ένα γράμμα που γράφει από το Βισμπάντεν στον Κάτκοφ, εκδότη περιοδικού, η ιδέα για το μυθιστόρημα έχει πλέον ωριμάσει και ο τελευταίος πείθεται και του στέλνει τριακόσια ρούβλια. Το έργο αρχικά δημοσιεύεται σε συνέχειες σε μια εφημερίδα που ονομαζόταν Ρωσικός Αγγελιοφόρος (Ruskii vestnik) από τον Ιανουάριο μέχρι τον Δεκέμβριο του 1866.
Η ζωή του Ντοστογιέφσκι έχει συνεχή σκαμπανεβάσματα κι αυτό αποτυπώνεται στα έργα του. Άνθρωπος ο ίδιος των παθών –υπήρξε δεινός χαρτοπαίκτης- περιγράφει πολύ εύγλωττα τους ανθρώπους που ενδίδουν στα πάθη τους.  Η πορεία του Ρασκόλνικωφ είναι παράλληλη με αυτήν του Ντοστογιέφσκι. Ο Ρασκόλνικωφ είναι ένας αντάρτης αλλά στο τέλος, μέσω της Σόνιας, παρότι δεν συμβιβάζεται με τον κόσμο ενάντια στον οποίο εξεγέρθηκε, γεφυρώνει ωστόσο το χάσμα που είχε πρωτύτερα ανοίξει. Ο Ντοστογιέφσκι στα νεανικά του χρόνια συμμετέχει σε επαναστατικούς κύκλους, αλλά σε μια ωριμότερη ηλικία αναθεωρεί τις ιδέες του και μεταστρέφεται σε βαθιά θρησκευόμενο άτομο.
Το 1865, με τη βοήθεια ενός φίλου αστυνομικού που είχε κάποιες νομικές γνώσεις, γλυτώνει  από κάποιο τοκογλύφο. Οι συζητήσεις λοιπόν με τον πρώτο, τον βοηθούν ώστε να περιγράψει την ανάκριση του Ρασκόλνικωφ από τον Πορφύρη,  και να αποδώσει την ένταση της αστυνομικής ατμόσφαιρας. Άλλωστε, την ατμόσφαιρα αυτή, την είχε βιώσει και ο ίδιος, όταν είχε συλληφθεί για την δραστηριότητά του ως μέλος της παράνομης ομάδας του Πετρασέφσκι. Γνώριζε ακόμα από πρώτο χέρι την εξορία στη Σιβηρία, καθώς έμεινε τέσσερα χρόνια στο κάτεργο του Όμσκ. Από την εποχή που βίωσε το μαρτύριο του κάτεργου, ο Ντοστογιέφσκι διατήρησε ανεξίτηλα στη μνήμη του πρόσωπα και χαρακτήρες που κατοικούσαν μαζί του στην κόλαση της φυλακής.
Για να πλάσει τον χαρακτήρα της Σόνιας χρησιμοποίησε ως πρωτότυπο τη Λίζα, από «τις σημειώσεις από το Υπόγειο». Ο Ντοστογιέφσκι  χρησιμοποιεί επανειλημμένα την ιδέα της αγίας πόρνης στα έργα του, έχοντα πιθανώς ως αρχέτυπο τη Μαγδαληνή.
Η μητέρα του πεθαίνει από φθίση, όπως κι η μητριά της Σόνιας στην παράσταση, ενώ η φιγούρα του μπεκρή Μαρμελάντωφ, επαναλαμβάνεται παραλλαγμένη και σ’ άλλα έργα του. Ενδεχομένως, ως πρότυπο να χρησιμοποιήθηκε ο πατέρας του, που φέρεται ότι ήταν αλκοολικός. Σίγουρα, λοιπόν, τα αυτοβιογραφικά στοιχεία βρίθουν στο έργο του Ντοστογιέφσκι και ειδικά στο «Έγκλημα και Τιμωρία».